Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016


            Στα χέρια μου έπεσε, στα μάτια μου λαμπίρισε, η ποιητική συλλογή της Ελένης Λεμονή[2] με τίτλο «Εγώκοσμος».  Κι αν η Ελένη (μας) είναι γλυκιά - μα αθόρυβη -,  οι σελίδες του βιβλίου εμφανίσθηκαν αρκετά θορυβώδεις ώστε  να στρέφουν με ευκολία το ενδιαφέρον μας προς αυτές…
            Η αλήθεια είναι πως οι σελίδες αυτού του βιβλίου – όπως κάθε βιβλίου ποίησης - δεν διαβάζονται. Τον επιτελικό ρόλο τον αναλαμβάνουν οι ίδιες οι σελίδες. Άλλοτε σου μιλούν ψιθυριστά, άλλοτε φωνάζουν για να ακούσεις καθαρά αυτό που θέλουν να σου πουν.       Δεν τις διαβάζεις. Τις ακούς.



            Αν θελήσουν να σου μιλήσουν για την θάλασσα θα σου πουν:

            «Γονάτισα. Μέσα στις χούφτες μου νερό ξεχώρισα και σε ρώτησα:
            Ποιανού βουνού είσαι το δάκρυ; Είσαι του ποταμιού ή της πηγής ή μήπως το δάκρυ είσαι από τις μανάδες των σφουγγαράδων; Είσαι εσύ που πότισες τη γη κάποιο φθινόπωρο ή τ’ απόνερο το παρακατιανό ή μήπως όλα αυτά μαζί και ντύθηκες το χρώμα τ’ ουρανού;  Το χρώμα σου το έχασες (μέσα στη χούφτα μου), δεν απάντησες, μόνο σίγησες κι αθόρυβα γλίστρησες μέσα στην γαλανή της μάνας σου αγκαλιά…»
           
            Άλλοτε μπορεί να θέλουν να σου πουν για το φθινόπωρο  ή για την επερχόμενη καταιγίδα:

            «Πόσο με θλίβει του φθινοπώρου αυτή η σκοτεινιά, όπου τα δέντρα κλαίνε για το φύλλωμα, κι ο ουρανός για ήλιο…»
             «Ο ουρανός πεισματικά γκρίζος διαστρέβλωνε την αλήθεια του ήλιου καθώς το φώς του σύμπαντος, το ελάχιστον, διαθλάται μέσ’ από τις σταγόνες της βροχής…»
            «Παλεύει η θάλασσα με την στεριά, τα πεισμωμένα βράχια λιώνει. Γέρνουν οι ευκάλυπτοι στου αγέρα την ορμή προσκυνητές.»

            Ναι.
            Η ποίηση μιλά στον αναγνώστη και περιγράφει τον έρωτα σε λίγες λέξεις.
            Δεν θέλει πολλές: 
           
            «Μ’ έβαλες μέσα στους καημούς σου και ‘γω σου σύστησα την πίκρα μου,  μια συντροφιά γινήκαμε θλιμμένη, μα έπειτα, ένα τραγούδι, βγήκε, κι έφυγε πρώτα η πίκρα μου κι ύστερα οι καημοί σου αλάργεψαν. Κι ανάμεσά μας η ζωή να μας κοιτά..» Η αλήθεια είναι πως είναι περίεργο «πως μπορούν λίγα λόγια να σου δίνουν φτερά να πετάς κι η ζωή σου να γίνει γιαλός σαν λιωμένο ασήμι…»

            Όμως όλα αυτά, σε έναν κόσμο δύσβατο. Σκληρό και δύσκολο. 

            «Ζούμε επάνω σε έναν μικρό, πολύ μικρό κόσμο.
             Ο ένας ακούει τις ανάσες του άλλου καθώς λαχανιασμένοι τραβάμε την ανηφόρα.
            Ανάσες βαριές από το βάρος της τύψης, ανάσες βρώμικες από τις αναθυμιάσεις της συνείδησης.
            Κι όμως δεν μακραίνουμε ο ένας από τον άλλο,  λες και είμαστε δεμένοι με αόρατα νήματα.
            Πόσο ν’ απέχει το τέλος του δρόμου;»[3]
           
            «Που πήγες ομορφιά του Κόσμου;
            Που πήγε το Εμείς;
            Ο κόσμος τυλίχτηκε σ’ ένα πελώριο Εγώ.
            Ζούμε σ’ έναν Εγώκοσμο.»

            Ζούμε σε ένα εγώκοσμο μας λέει η Ελένη…            Σε έναν κόσμο δύσκολο η ανάγκη της επικοινωνίας είναι θέμα ζωής και θανάτου:

            «Κοιτάζω τον εαυτό  μου στον καθρέπτη και πυροβολώ.
             Μαζεύω τα κομμάτια.
             Ήταν τότε που με βρήκες με ματωμένα χέρια.
             Ήταν τότε που ήθελα βοήθεια…
            Ήταν τότε που δεν κατάλαβες...»    

            Και κάποια στιγμή πρέπει να πάρεις κάποιες αποφάσεις:

            «Ας τους να είναι.
            Πες πως δεν είδες το μαχαίρι.
            Πες πως δεν ένοιωσες τη μαχαιριά.
            Την αγκαλιά σου μίκρυνε. Μην βάζεις άλλους μέσα.
            Και μπρος απ’ των ονείρων σου το καθαρό κατώφλι γράψε πως πρέπει όποιος θα μπει τα πόδια να σκουπίσει, τ’ όνειρο μην λασπώσει το λευκό σου..»

            Αλλά η πίεση μεγάλη. Πώς να αντέξεις:
           
            «Τ’ απόβροχα, κοντά στα μάτια, τα θηκιάζω και χύνω τα ποτάμια στα φαράγγια του μυαλού μου μην τύχει και ξεπλυθούν οι βρώμικες και λασπωμένες σκέψεις.»
            «Κατάκοπη ψυχή, τώρα στο τέλος που όλα μίκρυναν, το Εγώ μια λέξη χωρίς νόημα. Το Ζω σημαίνει θάνατος κι ο Θάνατος ελπίδα...»
           
            « Ο Θεός, ο δικός μας Θεός, αν τον δείτε ρωτήστε τον γιατί μας ξέχασε.
            Μέσα στους κουρασμένους αναστεναγμούς μας τον αναμασάμε ματαίως…»  
           

            Καλή σας εβδομάδα φίλοι μου αναγνώστες !!          
                       
            Σταυρουλάκης   Αρτεμ.   Κωνσταντίνος
Οικονομολόγος Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Θεσ/κης
Λογιστής-Φοροτεχνικός Α’ Τάξης  
Άρθρο υπ’ αρ. 284 / Κυριακή 06 Νοεμβρίου 2016.



[1] Δραπέτης Νούς. Από την ποιητική συλλογή «Εγώκοσμος» της Ελένης Λεμονή.
[2] Ελένη Λεμονή. Ποιήτρια, γέννημα θρέμμα του Αττικού Ουρανού. Πνεύμα ανήσυχο, ακούραστο και πολυταξιδεμένο. Τα Χανιά έχουν πάρει από την όμορφη Ρόδο, την σκυτάλη φιλοξενίας της...  
[3] Τμήμα της εισαγωγής της ποιητικής συλλογής «Εγώκοσμος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου